Να κοιμάσαι με τον ύπνο στα βλέφαρα,
με το ταξίδι στο νου.
Καράβια και θάλασσες
με κύματα έρωτα και νηνεμία αγάπης
με σημαία στο μεσιανό κατάρτι το όνομά σου.
Γεμίζει το λόγο μου γαρύφαλλα και φως
και καλοκαίρια χαμένης εφηβείας
μονοπάτια που περπάτησα, ατραπούς που διάβηκα
ανάμεσα σε αγκάθια με εξαίσιο ανθό σ’ αγάπησα
με νωπό το αίμα εκείνου που έσκυψε να κόψει
με την κραυγή του πόνου του να εισβάλει στη φωνή μου.
Να κοιμάσαι με το όνειρο στην άκρη των χεριών σου
στα δάχτυλα τα ανέγγιχτα από βιασμούς και ανοίκειο σφίξιμο
το πόδι σου έξω από το σκέπασμα με καθηλώνει.
Δεν τολμώ να πλησιάσω.
Έτσι αόρατος να σου μιλώ χωρίς φωνή
να πλησιάζει το ανέλπιδο και να το αγκαλιάζω
να υψώνομαι πάνω από το γήινο
και πάλι να σπεύδω να κλείσω το παράθυρο
μην σαρώσει ο βοριάς τη γαλήνη του ύπνου σου.
Να κοιμάσαι.
Να κρατάς κάτω από τα κλειστά βλέφαρα τα υπέροχα μάτια σου.
Να κοιμάσαι.
Χωρίς την ακινησία της ανέξοδης γαλήνης.
ΜΙΝΩΣ ΣΩΜΑΡΑΚΗΣ