Ξύπνησα ένα πρωί και είπα……… πρέπει να χωρέσω
κάπου λίγο ήλιο, μα κοίταξα μέσα μου και ήμουν
γεμάτη από μένα, και εκείνος βούτηξε στο Αιγαίο,
πέρασε απέναντι να γυαλίσει τα μάρμαρα
στα χώματα της Εφέσου, να μην τα καλύψει
η γλώσσα των βαρβάρων.
Μετά είπε να επισκεφτεί τα τελευταία
σχολειά στην Πόλη των Πόλεων……………..
– Κυρία ποιό “ ι “ να βάλουμε στη λέξη ;
Ρώτησαν τα παιδιά τη δασκάλα τους.
– Το “ ι “ του ήλιου παιδιά ! Τους απάντησε εκείνη .
Ύστερα γλίστρησε αφήνοντας πίσω του το Φανάρι,
για άλλους μεσημβρινούς, χωρίς άρωμα γιασεμιού
με φυλακισμένα κορμιά,
εξόριστες αγάπες, αιώνιους πολέμους,
και ύστερα επιστρέφει ξανά
να μπογιατίσει τις πατημασιές του νου μας
όταν αλητεύουν στα υψώματα !
Σε βάφτισαν ήλιο για να βαστάξουν το Φως Σου
Θεέ μου………….Ήλιε μου νοητέ………..
Ν. Παπαθανασάκη